Γεννήθηκα στη Σαλονίκη. Μεγάλωσα μπουσουλώντας πάνω σε δάπεδα από τσιμέντο, λίγο πριν μπουν τα ξύλινα πατώματα, ακούγοντας από το έπιπλο- πικάπ Τσιτσάνη, Καζαντζίδη και Χρύσανθο, χαζεύοντας στη γειτονιά τον πεζό γιαουρτσή, αργότερα τον εποχούμενο καρπουζά. Το κλειδί πάνω στην πόρτα, από την έξω πλευρά. Κοινή βρύση τα πρώτα χρόνια, δίπλα σε ‘βίλα’ που είχε έναν τεράστιο κήπο με κόκκινα τριαντάφυλλα.
Σαββατοκύριακα, οικογενειακή βόλτα , ζαχαροπλαστείο ‘Φλώρα’, σινεμά ‘Κοσμικόν’, ‘Έλενα’, ο θερινός είχε ένα τεράστιο αγιόκλημα. Σπανίως, νυχτερινό κέντρο με λαϊκή ορχήστρα και πολύχρωμα λαμπιόνια.
Σχολείο με ποδιά κι ένα κουσούρι που έμεινε από το τράβηγμα αυτιών.
Άδικο χαστούκι γονικής ανησυχίας – έφταιγε η μουριά, στην άκρη της αλάνας.
Θησαυρός, ένα μπαλκόνι. Θεϊκό ηλιοβασίλεμα. Με τέτοια ομορφιά ‘δεδομένη’, σιγουριά ότι το αύριο θα είναι πάλι όμορφο, ίσως και καλύτερο.
Τα καλοκαίρια, τσούρμο στην ουρά για το καραβάκι. Μυρωδιά θάλασσας, κεφτέδες, Περαία, Αγία Τριάδα, Μηχανιώνα. Φωτογραφίες μπροστά στο Λευκό Πύργο.
Φλερτ στο ‘Ολύμπιον’, βόλτες Αριστοτέλους και παραλία. Ηλιοβασίλεμα, από άλλη οπτική. ‘Όπερα της πεντάρας’, ‘Κύκλος με την κιμωλία’…
Αθήνα, στο Αγγλικό της Φιλοσοφικής και ασφυξία πότε από την έλλειψη θάλασσας και ορίζοντα, πότε από δακρυγόνα στις πορείες.. Γεύση από διδασκαλία στην ιδιωτική εκπαίδευση, ‘στάση’, σχεδόν επτά χρόνων, στο ‘Ριζοσπάστη’, στο τμήμα διεθνών ειδήσεων, Αριστερά στα FM, Συνασπισμός. Σύνολον στην Αθήνα, 12 χρόνια.
Επιστροφή στη Σαλονίκη. Μια άλλη πόλη. Η θέα από το μπαλκόνι, ορατή μόνο από τη γωνία στην αρχή, μετά αθέατη. Τα σινεμά, σουπερμάρκετ. Και ο κήπος με τα τριαντάφυλλα, κι αυτός, πολυκατοικία.
Ιδιωτική τηλεόραση, κανάλι Mega. Εφημερίδες ‘Μακεδονία’ και ‘Θεσσαλονίκη’, πρωινά ξυπνήματα στη ΝΕΤ.
Σήμερα, ‘αρχισυντακτίζω’ στη ‘Θεσσαλονίκη’. Στον ‘ελεύθερο’ χρόνο μου, ψάχνω αλάνες για να παίζουν με ασφάλεια η Χριστίνα, ο Κωνσταντίνος και οι φίλοι τους, σχολεία που να μη μοιάζουν φυλακές, φροντιστήρια που να μη γειτνιάζουν με πιάτσες εμπόρων ναρκωτικών, χώρους όπου θα μπορούν να αυτοσχεδιάσουν, να αθληθούν, να κοινωνικοποιηθούν. Και κυρίως, μια πόλη, όπου θα μπορώ να τους δείχνω το ηλιοβασίλεμα και τον ουρανό, χωρίς να παθαίνουν διάστρεμμα στον αυχένα. Μια πόλη, όπου τα ναι που θα λέμε στα παιδιά μας, θα είναι περισσότερα από τα όχι. Μια πόλη, που θα τα κρατήσει μετά από λίγα χρόνια και δεν θα τα διώξει γιατί δεν θα έχει να τους προσφέρει ορίζοντα, βιώσιμο περιβάλλον, δουλειά.
Τι λέτε; Ψάχνουμε μαζί;
Ρένα Ακριτίδου,
Υποψήφια της Δημοτικής Κίνησης
Θεσσαλονίκη των Πολιτών και της Οικολογίας